σός

σός
-ή, -όν, ΜΑ, και δωρ. τ. τεός, -ή, -όν, και βοιωτ. τ. αρσ. τιός και τ. ουδ. σούν, Α
(κτητ. αντων. β' προσ.) αυτός που ανήκει σε σένα, δικός σου («σὸς ἑταῑρος», Πλάτ.)
αρχ.
1. αυτός που είναι για σένα ή από σένα (α. «εὐνοίᾳ... τῇ σῇ», Πλάτ.
β. «σός τε πόθος σά τε μήδεα», Ομ. Οδ.)
2. φρ. α) «σὸν ἔργον»
(συν με απρμφ.) είναι δική σου δουλειά να... β) «οἱ σοί» — οι άνθρωποι σου, οι συγγενείς σου
γ) «τὸ σόν»
i) τα συμφέροντά σου
ii) οι λόγοι σου, ο σκοπός σου
δ) «σὴ μὲν ἐγώ, σὰ δὲ πάντα» — εγώ είμαι δική σου και όλα τα πράγματά μου είναι δικά σου
ε) «τὰ σά»
i) η περιουσία σου
ii) η δουλειά σου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η κτητ. αντων. σός / τεός μαζί με τα αντίστοιχα λατ. tuus (< tuos < *tuwos < *tewos) και αρχ. ινδ. t(u)va- ανάγονται στον ΙΕ τ. *t(e)wos (πρβλ. δωρ. τεός < *τεFός, ενώ ιων.-αττ. σός < *τFός). Στην ιων.-αττ. το αρχικό *tw- έχει συριστικοποιηθεί (*tw- > *σσ-> σ-)
βλ. και λ. εσύ].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • σός — thy masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σά — σός thy neut nom/voc/acc pl σά̱ , σός thy fem nom/voc/acc dual σά̱ , σός thy fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σόν — σός thy masc acc sg σός thy neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σαῖν — σός thy fem gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σαῖς — σός thy fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σαῖσι — σός thy fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σαῖσιν — σός thy fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σαί — σός thy fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σοί — σός thy masc nom/voc pl σοι , σύ thou dat 2nd sg σύ thou dat 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σούς — σός thy masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”